Στο δομημένο και απελευθερωτικό παιχνίδι της υποκριτικής η προσπάθεια ενός ηθοποιού να δημιουργεί κάτι, το οποίο είναι θνησιγενές τη συγκινεί ιδιαιτέρως.
Είναι εξάλλου και ένας καλός τρόπος για να προβάλλει τη δύναμη της. Μια δύναμη, η οποία βασίζεται στην ευαισθησία της.
Γιατί για την Αναστασία – Ραφαέλα Κονίδη οι πραγματικοί δυνατοί της εποχής μας είναι οι ευαίσθητοι άνθρωποι.
Εκείνοι, που επιλέγουν να βλέπουν, ν’ ακούν και ν’ αισθάνονται, εκείνοι που δεν προσκολλούνται σε ιδέες για να νιώσουν σημαντικοί, εκείνοι που δεν επιλέγουν να «σκοτώσουν» ό,τι δεν καταλαβαίνουν.
Μεγαλώνοντας με παραμύθια και μουσική η παρουσία της στον δραματικό όμιλο του σχολείου στα 16 της χρόνια έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να βρει τον εαυτό της στον χώρο του θεάτρου.
Έναν χώρο, που της προσφέρει την επιστροφή σε πιο πρωτογενή ερωτήματα και της δίνει τη δυνατότητα να συναντιέται με ανθρώπους που έχουν την ίδια όρεξη για δουλειά.
Όπως συμβαίνει με τη συμμετοχή της στο «Οχτώ ώρες και τριανταπέντε λεπτά» της Φωτεινής Τσαλίκογλου σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη στο Θέατρο Σταθμός. «Μέσα σε οχτώ ώρες και τριανταπέντε λεπτά ο κεντρικός ήρωας Τζόναθαν-μετανάστης τρίτης γενιάς- ταξιδεύει από την Νέα Υόρκη στην Αθήνα για πρώτη φορά. Με όπλο την μνήμη και με σκοπό την ίαση μας αφηγείται την ιστορία της οικογένειάς του η οποία σημαδεύεται από τα ιστορικά γεγονότα στην χώρα μας όπως αυτά συνέβησαν από την καταστροφή της Σμύρνης του 22’ μέχρι σήμερα. Εγώ ερμηνεύω την Αμαλία (αδελφή του Τζόναθαν). Ο ρόλος μου όπως και τα υπόλοιπα πρόσωπα του έργου, φέρει το δικό του αίνιγμα», αναφέρει στο All4fun η απόφοιτος του Εθνικού Θεάτρου, που αγαπάει ιδιαίτερα και τον κινηματογράφο.
Αυτήν την περίοδο, μάλιστα, βγήκε στις αίθουσες η ταινία «Όντως φιλιούνται» του Γιάννη Κορρέ, στην οποία συμμετέχει, ενώ αναμένει και την προβολή του “Holly Boom”, την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της Μαρίας Λάφη.
* Ως παιδί είχα έναν τρομερό δεσμό με την μουσική. Το λέω έτσι γιατί άκουγα μουσική σχεδόν όλη μέρα, διάβαζα με μουσική, κοιμόμουνα με μουσική. Στα πέντε μου ξεκίνησα βιολί. Αγαπούσα πολύ τα παραμύθια. Το αγαπημένο μου ήταν η Ματίλντα, το είχα διαβάσει πάρα πολλές φορές. Πήγαινα και στο θέατρο όπως όλα τα παιδάκια και μου άρεσε πολύ. Στα δεκαέξι μου μπήκα στον δραματικό όμιλο του σχολείου. Τότε σκέφτηκα πρώτη φορά ότι θέλω να γίνω ηθοποιός. Μου λέγανε «δώσε και στο πανεπιστήμιο, να έχεις ένα χαρτί, ποτέ δεν ξέρεις». Διάβασα στις πανελλήνιες με σκοπό να μπω κάπου και μετά να κάνω θέατρο. Μπήκα στην Νομική Αθηνών και ένα χρόνο αργότερα πέρασα στην Δραματική Σχολή του Εθνικού.
* Υποκριτική για μένα είναι η δουλειά μου. Πρακτικά είναι ένα πολύ δομημένο, θνησιγενές και απελευθερωτικό παιχνίδι.
* Η κρίση έχει πολλές πλευρές. Την οικονομική κρίση την αντιμετωπίζει κανείς με διπλές δουλειές, με το να ενημερώνεται, με το θάρρος του «όχι» σε αντίξοες συνθήκες. Την κρίση την πνευματική, των αξιών ο καθένας την αντιμετωπίζει μόνος του. Πάντως στο ελεύθερο θέατρο οι συνθήκες είναι δύσκολες. Το ότι γίνονται πολλές παραστάσεις δεν πρέπει να μας κάνει να θεωρούμε ότι και οι συνθήκες είναι ευνοϊκές. Αν εκτιμάται η προσπάθεια, πρέπει να εκτιμάται και έμπρακτα.
* Εννοείται πως η τέχνη πρέπει να δίνει και απαντήσεις. Δεν πιστεύω πως γεννά μόνο ερωτήματα. Το ότι οι απαντήσεις δεν δίνονται με την μορφή αποφθεύγματος δεν σημαίνει ότι η τέχνη δεν προσφέρει τροφή. Σε κάθε συνάντηση βέβαια πρέπει να διανύονται αποστάσεις εκατέρωθεν. Πάντως στις μέρες μας που η πραγματικότητα, όχι μόνο η ελληνική, η παγκόσμια ξεπερνάει την φαντασία και την ευρηματικότητα και του καλύτερου θεατρικού συγγραφέα, αισθάνομαι ότι το θέατρο μπορεί να προσφέρει με την έννοια της επιστροφής σε πιο πρωτογενή ερωτήματα.
* Και μόνο η προσπάθεια του καλλιτέχνη να δημιουργήσει κάτι το οποίο ξέρει εκ των προτέρων ότι θα πεθάνει θα έπρεπε να μας συγκινεί. Ο άνθρωπος έχει χάσει το μέτρο. Κι αυτό γιατί προσπαθούν να μας πείσουν ότι η ευαισθησία είναι αδυναμία. Για μένα ο πραγματικά ευαίσθητος άνθρωπος είναι ο δυνατός γιατί επιλέγει να βλέπει, να αισθάνεται, να ακούει δεν επιλέγει να σκοτώνει ό,τι δεν καταλαβαίνει και δεν προσκολλάται σε ιδέες προκειμένου να νιώσει σημαντικός.
* Η παράσταση που σκηνοθετεί ο Μάνος Καρατζογιάννης βασίζεται στο βιβλίο της Φωτεινής Τσαλίκογλου «Οχτώ ώρες και τριανταπέντε λεπτά». Μέσα σε οχτώ ώρες και τριανταπέντε λεπτά ο κεντρικός ήρωας Τζόναθαν-μετανάστης τρίτης γενιάς- ταξιδεύει από την Νέα Υόρκη στην Αθήνα για πρώτη φορά. Με όπλο την μνήμη και με σκοπό την ίαση ο Τζόναθαν (Μάνος Καρατζογιάννης) μας αφηγείται την ιστορία της οικογένειάς του η οποία σημαδεύεται από τα ιστορικά γεγονότα στη χώρα μας όπως αυτά συνέβησαν από την καταστροφή της Σμύρνης του 22’ μέχρι σήμερα.
* Οι μορφές της γιαγιάς του (Κατερίνα Χέλμη), της μητέρας του (Μάρω Παπαδοπούλου) και της αδελφής του ζωντανεύουν πάνω στην σκηνή και φτιάχνουν από κοινού μία ενιαία ιστορία. Εγώ ερμηνεύω την Αμαλία (αδελφή του Τζόναθαν). Ο ρόλος μου όπως και τα υπόλοιπα πρόσωπα του έργου, φέρει το δικό του αίνιγμα.
* Αρχικά τον ρόλο μου στην παράσταση είχε αναλάβει μία συνάδελφος η οποία δεν μπόρεσε τελικά να συμμετέχει. Έτσι μου προτάθηκε από τον Μάνο Καρατζογιάννη η συνεργασία και εγώ δέχτηκα. Είμαι χαρούμενη που βρίσκομαι σ’ αυτήν την δουλειά, που βοηθάω στην καλλιτεχνική προσπάθεια η οποία γίνεται στο θέατρο Σταθμός.
* Στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, η συνάντησή μου με κάποιους καθηγητές με καθόρισε πιστεύω. Έμαθα πολλά. Είχα την τύχη να είμαι σε ένα πολύ δημιουργικό έτος και δεμένο θα έλεγα. Παρακολουθώ τους συμμαθητές μου σε ό,τι κάνουν και όταν τους συναντώ σε δουλειές χαίρομαι ιδιαίτερα. Η σχολή δεν μου λείπει. Νοσταλγώ μόνο όσα δεν έχω ζήσει. Το παρελθόν συνήθως το αφήνω πίσω μου.
* Στον κινηματογράφο βρέθηκα πρώτη φορά σε γύρισμα στη μικρού μήκους ταινία του Γιώργου Ζώη “Casus Belli”. Η εμπειρία ήταν πολύ γοητευτική. Συμμετείχα στην ταινία του Γιάννη Κορρέ «Όντως φιλιούνται» που τώρα παίζεται στους κινηματογράφους. Αν και ο ρόλος μου ήταν πολύ μικρός είχε πολύ ενδιαφέρον να δουλεύει κανείς με τον Γιάννη και το γύρισμα ήταν απολαυστικό. Η συνεργασία μου με την Μαρία Λάφη στην πρώτη της μεγάλου μήκους ταινίας που θα φέρει τον τίτλο «Ηοlly Boom» ήταν επίσης πολύ σημαντική για μένα. Θεωρώ την συνάντηση μου μαζί της πολύτιμη.
* Δεν έχω βρεθεί ποτέ σε τηλεοπτικό γύρισμα ούτε σε διαφημιστικό. Θα μ’ ενδιέφερε να συμμετέχω σε μια σειρά εποχής.
* Γράφω από πολύ μικρή. Κυρίως ποιήματα. Μ΄ ενδιαφέρει να μάθω όσα περισσότερα μπορώ για το θέατρο. Σε κάθε δουλειά που κάνω μ’ ενδιαφέρει η παράσταση συνολικά. Όσον αφορά στην σκηνοθεσία, υπάρχει κάτι που επιθυμώ να κάνω, αλλά θα αποκαλυφθεί εν καιρώ.
* Παρακολουθώ μαθήματα τραγουδιού τακτικά, είναι κάτι που μου αρέσει πολύ, δεν το κάνω μόνο για την δουλειά μου. Μου αρέσει πολύ το τρέξιμο, κυρίως έξω στην φύση. Εδώ και ένα χρόνο περίπου ξεκίνησα μπαλέτο και είμαι κατενθουσιασμένη. Στο παρελθόν υπήρξα αθλήτρια. Έτρεχα μεγάλες αποστάσεις κυρίως και ήμουν για χρόνια σε μια ομάδα μπάσκετ.
* Θυμάμαι όλες μου τις συνεργασίες με αγάπη. Και δεν το λέω τυπικά, το εννοώ γιατί ακόμα κι αν σε κάποιες δυσκολεύτηκα περισσότερο με βοήθησαν να μάθω πολλά για μένα. Θέλω να συναντιέμαι με ανθρώπους που έχουν την ίδια όρεξη για δουλειά και να μαθαίνω συνέχεια καινούρια πράγματα. Θέλω να δοκιμάζομαι σε διαφορετικούς ρόλους. Φυσικά με γοητεύουν συγγραφείς όπως ο Σαίξπηρ, οι Αρχαίοι, ο Στρίντμπεργκ, ο Ίψεν, ο Μπέκετ και ονειρεύομαι να παίξω έργα τους. Για μένα μεγαλύτερη σημασία έχει όμως το πώς και το γιατί.
* Στην Αθήνα μου αρέσει το φώς. Μου αρέσουν κάποια μικρά καφέ, μου αρέσουν κάποια σημεία με πράσινο χωρίς αυτοκίνητα και τα θερινά σινεμά. Περπατάω πάρα πολύ στην πόλη. Δεν μου αρέσει που υπάρχουν τόσοι πολλοί άστεγοι στον δρόμο, δεν μου αρέσει η βρωμιά, η κίνηση και η αγένεια των οδηγών, οι άτυπες πιάτσες ταξί, τα αφιλόξενα πεζοδρόμια.
* Στο All4fun είναι πολύ όμορφο που υπάρχει ενδιαφέρον για νέους ανθρώπους. Διαβάζοντας τις συνεντεύξεις, μαθαίνω για πρόσωπα που δεν είχα την τύχη να γνωρίσω από κοντά.
& Αναλυτικές λεπτομέρειες για το «Οκτώ ώρες και 35 λεπτά» ακολουθούν στον εξής σύνδεσμο: http://www.all4fun.gr/portal/theatre-2/parastaseis/15772-patrida-tora-8-ores-kai-35-lepta-sto-theatro-stathmos.html
&& Οι πρώτες πέντε φωτό της συνέντευξης είναι του Σπύρου Χατζηαγγελάκη.
Του Κυριάκου Κουρουτσαβούρη, 17/10/2017