Αγαπάει την ιστορία της «Τελευταίας μαύρης γάτας» κάθε φορά και περισσότερο! Και παράλληλα απολαμβάνει τη συμμετοχή της στον ευφυέστατο, παράλογο «Κανίβαλο, η ανείπωτη ιστορία ενός οικονομικού δολοφόνου». Η Άρτεμις Γρύμπλα έχει τη χαρά να παίζει φέτος σε δύο παραστάσεις, οι οποίες της αρέσουν πολύ.
Σαν υπέρμετρα ρομαντικό παιδί συγκινήθηκε από την πρώτη στιγμή, όταν διάβασε το συγκινητικό, επίκαιρο παραμύθι του Ευγένιου Τριβιζά. Έναν ύμνο κατά του ρατσισμού, υπέρ της αγάπης και της διαφορετικότητας. Δοσμένο με χιούμορ, το οποίο αγγίζει τους πάντες κατευθείαν στην καρδιά χωρίς ν’ αποτελεί μια ανάλαφρη παιδική ιστορία.
Εκεί μεταξύ άλλων υποδύεται την Γκρατσιέλα, τη λευκή γάτα Αγκύρας, η οποία αγαπά τον Μαύρο κεραμιδόγατο αλλά υποκύπτει στην προπαγάνδα των προληπτικών, προδίδοντας την αγάπη της.
Και στον Κανίβαλο παίζει τον «αόρατο» αδιάφορο σερβιτόρο, που προσπαθεί με τον δικό τρόπο να διατηρήσει την προσωπικότητα του, καθώς και ένα παιδί, το οποίος γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης ενηλίκων.
Η Αρτεμη μικρή ήθελε να γίνει τα πάντα, αλλά περισσότερο απ’ όλα ηθοποιούς. Η αρχική ντροπή χάθηκε με τον χρόνο, καθώς και με την τριβή, αφού από τα 15 της μαζί με τη φίλη της Νατάσα τρύπωνε στα θέατρα για να βλέπει παραστάσεις.
«Η υποκριτική είναι σαν να ανεβαίνεις μια σκάλα για να κόψεις ένα ρόδο, όπως λέει και ο Λειβαδίτης για την ποίηση στο μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα..», αποκαλύπτει στο All4fun. Όπως και το ότι γράφει στα χάρτινα τραπεζομάντηλα στις ταβέρνες και αν δεν τα έτρωγαν οι λαδιές θα είχε ενδιαφέρον η έκδοση τους. Αλλά και το τι αν έβγαζε λεφτά θα ήθελε να φτιάξει τα μισογκρεμισμένα νεοκλασικά του κέντρου, για να κάνει τα Εξάρχεια μικρό Παρίσι. Ρομαντική ψυχή γαρ…
* Ήθελα, κι ακόμα θέλω, όταν μεγαλώσω να γίνω τα πάντα. Ήθελα να είμαι καπετάνιος, αεροσυνοδός, φύλακας σε μουσεία, φαρμακοποιός, γιατρός, δικηγόρος, δασκάλα, δημοσιογράφος, συγγραφέας, πιο πολύ απ’ όλα όμως ήθελα να είμαι ηθοποιός, κι ενώ δεν ντρεπόμουν ν’ αλλάζω άποψη για όλα τα παραπάνω κάθε βδομάδα, ντρεπόμουν να το παραδεχτώ ακόμα και στον εαυτό μου. Tο μικρόβιο όμως υπήρχε εκεί βαθιά, και καλλιεργούταν όλο και πιο πολύ χάρη στο περιβάλλον μου, στο σχολείο μου, τις ερασιτεχνικές θεατρικές ομάδες, τα εργαστήρια και την φίλη μου την Νατάσα που πριν κλείσουμε τα 15 δεν χάναμε θεατρική παράσταση στην Αθήνα. Και ορίστε, λίγα χρόνια αργότερα να περνώ την πόρτα του Θεάτρου Τέχνης.
* Υποκριτκή είναι ν’ ανεβαίνεις μία φανταστική σκάλα για να κόψεις ένα ρόδο αληθινό. Δεν το λέω εγώ αυτό βέβαια πρώτη, το λέει ο Λειβαδίτης για την ποίηση, στο μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα, αλλά νομίζω πως ταιριάζει κι εδώ.
* Ένας ηθοποιός είναι συνηθισμένος στην κρίση, ασφαλώς τα πράγματα είναι χειρότερα τώρα, αλλά ίσως μέσα από την ανάγκη που έχει προκύψει για μικρές ανεξάρτητες παραγωγές να έχει σπουδαία αποτελέσματα. Στην Ελλάδα δυστυχώς, χρόνια τώρα, ο ηθοποιός πρέπει να διεκδικεί βασικά εργασιακά δικαιώματα σε μία δουλειά που έχει σταματήσει να αντιμετωπίζεται ως επάγγελμα, κι εκεί είναι το μεγάλο στοίχημα τώρα στην κρίση να συνεχίσουμε να δουλεύουμε με αξιοπρέπεια, χωρίς να στερούμαστε τα βασικά.
* Νομίζω «χρέος» της τέχνης δεν είναι να δίνει απαντήσεις, αλλά να θέτει ερωτήματα, να αφυπνίζει τις αισθήσεις, το μυαλό και τα συναισθήματα και να μην μας επιτρέπει να ξεχνάμε.
* Όταν ο Αυγουστίνος Ρεμούνδος μας έφερε το κείμενο του Δημήτρη Ζουγκού, ήταν περίπου στην τέταρτη σελίδα που φωνάξαμε όλοι μαζί «ναι!» Μαγεύτηκα κατευθείαν από το χιούμορ και την ευφυΐα της γραφής, τους χαρακτήρες, τον παράλογο αλλά και τόσο κοντινό σε εμάς κόσμο. Αισθάνομαι ότι κείμενα σαν αυτό δεν συναντάμε συχνά από Έλληνες συγγραφείς. Ο ρόλος μου είναι διπλός, απ’ την μία είμαι ο αόρατος άνθρωπος της παράστασης, ο ταπεινότερος στην κοινωνική ιεραρχία, αδιάφορος σερβιτόρος του μπαρ στο οποίο εξελίσσεται η ιστορία, ο οποίος με τον τρόπο του προσπαθεί να διατηρήσει την προσωπικότητα του μέσα σ αυτόν τον κόσμο του παραλογισμού. Κι έχω και τον ρόλο του παιδιού, που μπαίνει σ αυτό το ίδιο μπαρ, μόλις έχει ανακοινωθεί ότι οικονομική μονάδα συναλλαγής είναι πλέον τα παιδιά, και βιώνει την επιθετικότητα και την εκμετάλλευση των ενηλίκων.
* Το Vault είναι ένας πολύ ζεστός χώρος, σου δίνει πάντα την αίσθηση της κίνησης και της δημιουργίας, είναι γεμάτος νέους ανθρώπους με κέφι και μεράκι. Ήταν απ’ την αρχή για μένα μία αγκαλιά, βρέθηκα εκεί εντελώς τυχαία, και ταίριαξα κατευθείαν με την ομάδα που δουλέψαμε μαζί υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Αυγουστίνου Ρεμούνδου, ο οποίος με αγάπη, καλοσύνη και υπομονή μας οδήγησε στην δημιουργία του κόσμου του Κανιβάλου.
* Στην «Τελευταία μαύρη γάτα», ανάμεσα σε άλλα, είμαι η Γκρατσιέλα, μια λευκή γάτα Αγκύρας από καλό σπίτι, που αγαπά τον Μαύρο μας κεραμιδόγατο αλλά υποκύπτει στην προπαγάνδα των προληπτικών και προδίδει την αγάπη της. Αγαπώ την παράσταση κάθε φορά και πιο πολύ, οι πρόβες και η συνεργασία με όλα τα παιδιά μου χάρισαν υπέροχες στιγμές έμπνευσης και δημιουργίας. Η ιστορία του Ευγένιου Τριβιζά με συγκίνησε από την πρώτη στιγμή, είναι μία ιστορία κατά του ρατσισμού, υπέρ της αγάπης και της διαφορετικότητας, δοσμένη με απλότητα, παιδικότητα, με χιούμορ αλλά και σκληρότητα που αγγίζει παιδιά και μεγάλους κατευθείαν στην καρδιά. Ιδιαίτερα αυτή την περίοδο, το θέμα του έργου είναι τρομερά επίκαιρο, με την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ελλάδα και την Ευρώπη και την αύξηση των κρουσμάτων βίας εξαιτίας του φανατισμού και της μισαλλοδοξίας. Είναι μεγάλη η ανάγκη τα παιδιά να έχουν βάσεις για να αναπτύξουν αντιστάσεις ενάντια στον τυφλό παραλογισμό, κριτική σκέψη, αγάπη και σεβασμό στη διαφορετικότητα. Μπορεί να είμαι υπερβολικά ρομαντική, αλλά πιστεύω πως τα πρώτα ερεθίσματα μας αγγίζουν βαθύτερα, μας επηρεάζουν δραστικότερα και πολλές φορές μας συνοδεύουν σε όλη μας τη ζωή και μία τέτοια ιστορία θωρακίζει καλά, μικρούς και μεγάλους μικρούς!
* Με τα παιδιά του θιάσου δουλέψαμε σκληρά για αρκετό καιρό πάνω στο έργο του Τριβιζά με τις οδηγίες της σκηνοθετικής ομάδας, χωρίς να αντιμετωπίσουμε ούτε στιγμή το έργο σαν μία ανάλαφρη παιδική ιστοριούλα. Πιστεύω ότι καταθέσαμε στις πρόβες όλη μας την ευαισθησία, την δημιουργικότητα και το χιούμορ μας, αγαπήσαμε κάθε χαρακτήρα του έργου και αφοσιωθήκαμε στην ανάδειξη όλων των μηνυμάτων του. Για μένα κάθε φορά η παράσταση είναι συγκινητική, διασκεδαστική και εξαντλητική, είμαστε δέκα ηθοποιοί και ένας υπέροχος μουσικός που συντονίζουμε τις καρδιές μας και λέμε την ιστορία μας. Στο έργο του Τριβιζά αγαπώ τον τρόπο που αντιμετωπίζει τα παιδιά, χωρίς να γίνεται διδακτικός, μεταφέρει τα μηνύματα του με χιούμορ και αφέλεια, διηγείται τις ιστορίες του ισότιμα. Αυτό προσπαθήσαμε να κάνουμε κι εμείς.
* Τα χρόνια στο Τέχνης ήταν τρία όμορφα χρόνια με πολλή δουλειά, πολλούς καφέδες και τσιγάρα. Πήρα πάρα πολλά πράγματα, κυρίως την γνωριμία και την φιλία με σπουδαίους ανθρώπους, συμμαθητές και καθηγητές, γνώσεις και ερεθίσματα για ατέλειωτη εξερεύνηση, ακούραστη μελέτη και προσπάθεια για εξέλιξη. Μου λείπει η καθημερινότητα με τους συμμαθητές μου, τα αστεία και οι αυτοσχεδιασμοί μας στο καφέ της Κατερίνας. Μετά το τέλος της σχολής ανάμεσα σε άλλους «δημιουργικούς» καφέδες και ποτά, ένα απόγευμα ο Ηλίας (Λάτσης) και η Βένια (Σταματιάδη) μου μίλησαν για το «Πεδίο Τέχνης», μία ομάδα αποφοίτων του Θεάτρου Τέχνης που δημιούργησαν, και κάναμε την πρώτη μας δουλειά, το «Όταν ο ήλιος» στο θέατρο τέχνης στην Φρυνίχου. Θα ήθελα πολύ να ξαναβρεθούμε στην ίδια σκηνή, με έναν τρόπο συμβαίνει ξανά, καθώς η Βένια υπογράφει την σκηνική προσαρμογή της Τελευταίας Μαύρης Γάτας, και ο Ηλίας είναι ο βασικός υπεύθυνος για την πραγματοποίησή της.
* Βλέπω σινεμά με μανία, μου αρέσουν οι ταινίες και ζηλεύω όλους τους ωραίους ρόλους. Θα ήθελα να κάνω πολλές ταινίες, λατρεύω ιδιαίτερα τις εποχής και τις βιογραφικές, και μακάρι να γινόντουσαν περισσότερες στην Ελλάδα! Στις δύο ταινίες μικρού μήκους που έχω κάνει (Στην Ελβύν και Μία τυχαία ερωτική ιστορία) είχα καθοδήγηση από δύο νέα παιδιά (Ορφέας Περετζής και Κατερίνα Κιαγιά) με όραμα και όρεξη για δουλειά, και την τύχη να δουλέψω με δύο υπερβολικά ταλαντούχους και εργατικούς ηθοποιούς που θαυμάζω απεριόριστα (Δημοσθένης Φίλιππας και Κωνσταντίνος Μπιμπής), οπότε θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό.
* Ανήκω στην γενιά του 90, άρα έχω δει πολλή τηλεόραση, καλή και κακή. Δεν θα μπορούσα ποτέ λοιπόν να την απαρνηθώ, θα ήθελα κάποια στιγμή να κάνω, χωρίς να έχω ιδιαίτερη αγωνία για το αν θα συμβεί ποτέ αυτό.
* Γράφω σε διάφορα τετράδια μπλε πενηντάφυλλα, είναι παντού στο σπίτι μου και δεν τα δίνω σε κανέναν. Καμιά φορά γράφω και μικρές ιστορίες για τα συρτάρια μου ή χαζά ποιήματα με ομοιοκαταληξία, πάνω στα χάρτινα τραπεζομάντηλα στις ταβέρνες, για τα φαγητά που περιμένω να έρθουν. Αυτά τα τελευταία αν τα μάζευα και δεν τα έτρωγαν οι λαδιές, ίσως θα είχαν ένα ενδιαφέρον να τα εκδώσω. Μέχρι τότε δηλώνω φανατικά ηθοποιός και τίποτα άλλο. Γράφω σαν ηθοποιός, χορεύω σαν ηθοποιός, τραγουδάω σαν ηθοποιός και σκηνοθετώ τον εαυτό μου και όποιον άλλο βρεθεί μπροστά μου, σαν ηθοποιός!
* Αγαπώ τα πάντα στην Αθήνα, τα στενάκια της, τις πλατείες της, τα μουσεία της, το ιστορικό κέντρο, τις λαϊκές αγορές. Μα Πιο πολύ, τα νεοκλασικά κτήρια, ονειρεύομαι ότι κάποια μέρα θα έχω λεφτά και θα αγοράσω και θα φτιάξω όλα τα μισογκρεμισμένα νεοκλασικά του κέντρου, να γίνουν τα Εξάρχεια ένα μικρό Παρίσι, μόνο καλύτερο, χάρη στα μπαράκια και τα μικρά μαγαζιά που μένουν ανοιχτά ως αργά.
* Στο All4fun μου αρέσει η φρεσκάδα και η νεανικότητα του!
& Αναλυτικές πληροφορίες για το «Κανίβαλος, η ανείπωτη ιστορία ενός οικονομικού δολοφόνου» ακολουθούν στον σχετικό σύνδεσμο: http://all4fun.gr/columns/epilogi-evdomadas/10058-h-q-q-.html
& Αναλυτικές πληροφορίες για την “Τελευταία μαύρη γάτα” ακολουθούν στον σχετικό σύνδεσμο: http://all4fun.gr/columns/epilogi-evdomadas/9817–q-q-.html
Του Κυριάκου Κουρουτσαβούρη, 22/1/2015