Ιστορίες γυναικών ανά τους αιώνες, το φεμινιστικό κίνημαχειραφέτησης του ’80 και η διαρκής πάλη μιας αναπόφευκτης επανάστασης.
Της Νεφέλης Παπαθανασίου
Το έργο της Κάριλ Τσέρτσιλ «Top girls» ανεβάζει φέτος ο Θωμάς Μοσχόπουλος στο θέατρο Πόρτα με ένα ετερόκλητο αλλά δεμένο team ηθοποιών. Η παράσταση επιχειρεί να φωτίσει το κίνημα χειραφέτησης των γυναικών στη δεκαετία του 1980 όταν διεκδίκησαν έντονα πιο αξιοσέβαστες θέσεις στον εργασιακό χώρο, στις ευκαιρίες αλλά και στις ίδιες τους τις ζωές και τον διαχρονικό και επαναλαμβανόμενο κύκλο του.
Με μια πρώτη ματιά, κανείς θα νομίσει πως έχουμε να κάνουμε μ’ ένα έργο καθαρά φεμινιστικού χαρακτήρα, μαχητικό κι υπερασπιστικό ως προς το γυναικείο φύλο και μόνον αυτό. Εάν όντως επρόκειτο για κάτι τέτοιο, νομίζω πως γρήγορα θα μπορούσε να προσπεραστεί και να το θεωρήσει κανείς παρωχημένο, λόγω της θεματολογίας του που μεμονωμένη δεν έχει πολλά πια να προσφέρει. Οι γυναίκες που για πρώτη φορά τότε διεκδίκησαν και κέρδισαν το δικαίωμα στις σημαντικές θέσεις εργασίας, δεν νιώθουν πια σαν επανάσταση το να σπάνε τα κοινωνικά δεσμά και να βρίσκονται σε νευραλγικές θέσεις. Το ζήτημα αυτό έχει – στην πλειοψηφία του αν μη τι άλλο- πλέον κριθεί ως αυτονόητο. Βρισκόμαστε στο «μετά». Ή καλύτερα στο «και μετά τί;».
Στο έργο της Τσέρτσιλ, παρουσιάζονται διαχρονικά οι γυναικείες ιστορίες ανά τους αιώνες, στις οποίες φυσικά πολλές συνθήκες είναι διαφορετικές αλλά η πορεία ουσιαστικά η ίδια. Το γυναικείο ζήτημα δεν μπορεί ποτέ να λυθεί πλήρως λόγω του διττού ρόλου των θηλυκών – κοινωνία και προσωπική ζωή. Καλούνται και στα δύο να είναι παρούσες και μάλιστα με επιτυχία αλλά όχι μόνο από τους άλλους μα κι από τον ίδιο τον εαυτό τους. Είναι σαν ο διχασμός τους αυτός να τους προσδίδει και το τελικό και συνεχή ρόλο τους- αυτόν της διαρκούς μάχιμης κατάστασης στην οποία πρέπει να βρίσκονται για να ισορροπήσουν.Κάνουν κύκλους, καθώς φαίνεται κάποτε να ανθίζουν, να διεκδικούν πιο έντονα χωρίς να ντρέπονται ή να φοβούνται. Άλλοτε πάλι μένουν για καιρό στάσιμες και μοιάζει σαν για άλλη μία φορά να έχουν παραγκωνιστεί κι έτσι η πάλη αρχίζει πάλι ως οφείλει. Αυτή δεν είναι άλλωστε και η μοίρα όλων των επαναστάσεων; Αρκεί μόνο κάθε φορά να ξεκινούν έστω κι από ένα «σκαλοπάτι» πιο πάνω.
Πέρα από το φεμινιστικό λοιπόν κίνημα, βλέπουμε ότι το θέμα έχει κι άλλες προεκτάσεις, αφού εφάπτεται στο ζήτημα των κοινωνικών ρόλων που υιοθετεί το άτομο γενικά, ανεξαρτήτως φύλου, είτε αυτοί ονομάζονται κοινωνική θέση, είτε φυλή, είτε σεξουαλικός προσανατολισμός.
Η κεντρική ηρωίδα της παράστασης είναι η Μαρλίν, μια μαχητική καριερίστα η οποία έχει θυσιάσει τα πάντα για να φύγει από την επαρχιακή της «φυλακή». Στο πρώτο μέρος του έργου συνομιλεί κατά την διάρκεια ενός δείπνου με τις καλεσμένες της, οι οποίες είναι διάσημα ιστορικά πρόσωπα ή χαρακτήρες από γνωστά λογοτεχνικά κείμενα, θεατρικά έργα και ζωγραφικούς πίνακες.
Η Ιζαμπέλα Μπερντ, γνωστή αγγλίδα εξερευνήτρια του 1800, η Λαίδη Νίτζο, ερωμένη του αυτοκράτορα της Ιαπωνίας τον 13ο αιώνα, η Νταλ Γκρετ, το κεντρικό θέμα ενός πίνακα του Μπρύγκελ η οποία και οδηγεί ένα γυναικειο στρατό έτοιμο για μάχη στην κόλαση, η Πάπισσα Ιωάννα και η Υπομονετική Γκριζέλντα, ηρωίδα ενός παραμυθιού η οποία εξαιτίας του Μαρκησίου που παντρεύτηκε πέρασε πολλές δοκιμασίες, μέχρι που στερήθηκε τα ίδια της τα παιδιά ως απόδειξη πίστης σ’ εκείνον.
Στη δεύτερη πράξη παρακολουθούμε την Μαρλίν στον εργασιακό της χώρο, τις σχέσεις με τους συναδέλφους της και τον τρόπο με τον οποίο της φέρονται ως γυναίκα που καταλαμβάνει μια σημαντική θέση στην εταιρεία.Στην τρίτη και τελευταία πράξη, βλέπουμε το κομμάτι που αφορά στην προσωπική ζωή της ηρωίδας, την σχέση της με την αδερφή της Τζόυς και την ανηψιά της Άντζι. Είναι το σημείο όπου αποποιείται τον όποιο ρόλο έχει ενδυθεί ως τώρα, τσακίζει, τσαλακώνεται, ματαιώνεται και προσπαθεί κι η ίδια να συνειδητοποιήσει το ποιά τελικά είναι.
Στο σύνολο της η παράσταση είναι ένα ιδιαίτερο κράμα ευαισθησίας κι ευθύτητας. Αποτελεί περισσότερο ένα δοκίμιο πάνω στην γυναίκα αλλά και στον Άνθρωπο γενικότερα, το οποίο φυσικά δεν έχει διδακτικό χαρακτήρα αλλά περισσότερο μας βάζει στη θέση του παρατηρητή μιας κατάστασης. Και μας οδηγεί στο να βγάλουμε μόνοι μας στα συμπεράσματά μας για την φύση μας, την κοινωνία, το επαναλαμβανόμενο των βίων μας που μοιάζει αναπόφευκτο αλλά και αναγκαίο.
Η Αλεξία Καλτσίκη και η Μαρία Καβογιάννη κρατούν σταθερά τους δύο κεντρικούς ρόλους. Έμπειρες ηθοποιοί και οι δύο, αποτελούν εγγύηση για ένα άρτιο αποτέλεσμα. Οι τρόποι παιξίματός τους αλληλοσυμπληρώνονται, με πιο αιχμηρή την πρώτη και πιο ήπια την δεύτερη, ή οποία έχει υιοθετήσει με τα χρόνια ένα στυλ που της ταιριάζει πολύ και αποκαλύπτει όλο το εύρος του ταλέντου της.
Ξεχωριστή παρουσία ήταν και η Αλεξάνδρα Αϊδίνη μέσα στο σύνολο, η οποία είχε ορθότατα υιοθετήσει το στωικό στυλ της Γιαπωνέζας ηρωίδας της στο πρώτο μέρος και έφερε τον δικό της αέρα ως στέλεχος εταιρείας στο δεύτερο, ισορροπώντας ανάμεσα στο εύθραστο και στο αυταρχικό, στο διαταραγμένο και στο λειτουργικό του χαρακτήρα που ερμήνευσε. Και η Ευδοκία Ρουμελιώτη, ήρεμη δύναμη της παράστασης, χωρίς υπερβολικό παίξιμο αλλά πάντα καίριο, κατάφερε να θέσει τον εαυτό της στην πρώτη γραμμή των ερμηνειών.
Οι υπόλοιπες ηθοποιοί, Βίκυ Βολιώτη, Ειρήνη Μακρή και Άλκηστη Πολυχρόνη, τις πλαισιώνουν άψογα, χωρίς καμία τους να μην ανταποκρίνεται ούτε στιγμή στις απαιτήσεις της παράστασης. Στα συν και η μουσική επιμέλεια καθώς και τα κοστούμια από την Κλαίρ Μπρέζγουελ.
Θέατρο «Πόρτα»
Λεωφ. Μεσογείων 59, Αμπελόκηποι,Αμπελόκηποι
Τηλ : 2107711333
Παραστάσεις : Πέμ.-Σάβ. 9 μ.μ., Κυρ. 7 μ.μ., Τετ. 8 μ.μ.
Τιμή : € 20-10. Ισχύουν ειδικές τιμές.